Ενδιαφέροντα τα στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας τις τελευταίες ημέρες.
Όχι, δεν αναφερόμαστε μόνο στην υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού για όσες είναι άνω των 60, επί ποινή μηνιαίου προστίμου 100 ευρώ, ούτε στην επιβολή τρίτης δόσης εντός τριμήνου, επί ποινή ακύρωσης του πολυτραγουδισμένου πιστοποιητικού που ως τώρα εξασφάλιζε πρόσβαση σε άρτο και θεάματα. Με αυτά ασχολούνται, φωνασκώντας υποκριτικά, οι απολογητές ˗εδώ και δύο ολόκληρα χρόνια˗ του κράτους και των επιλογών του: οι ιδεολόγοι φιλοεμβολιαστές και οι μενουμεσπιτάκηδες, όπως τάχαμου-τάχαμου είχαν κάποτε «ξεσηκωθεί» (από το σπίτι τους) εναντίον της… υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού, προτάσσοντας τον μαζικό/καθολικό εμβολιασμό, αυτόν δηλαδή που ήδη εφάρμοζαν τα αφεντικά σε πλανητικό επίπεδο και που σήμερα οδηγεί στις απολύσεις και τα πρόστιμα.
Εμείς αναφερόμαστε στο προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2022, το οποίο στο σκέλος των «κρατικών εσόδων» προβλέπει:
- μείωση του συντελεστή φορολόγησης των επιχειρήσεων από 24% σε 22% (προϋπολογισμένη μείωση κρατικών εσόδων κατά 183 εκατ. ευρώ)
- μείωση του φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίου κατά 50% (προϋπολογισμένη μείωση κρατικών εσόδων κατά 47 εκατ. ευρώ την περίοδο 2021-2022) καθώς και άλλα κίνητρα για την επιτάχυνση των διαδικασιών συγκεντροποίησης κεφαλαίου (πχ. εκπτώσεις επί του φόρου εισοδήματος) που έχουν ξεκινήσει με την εφαρμογή των μνημονίων
- μείωση των εσόδων από τη φορολόγηση της (μεγάλης) περιουσίας (-58 εκατ. ευρώ)
- Αξίζει να σημειωθεί ότι στη μεγάλη μείωση των κρατικών εσόδων συμβάλλει και η σκανδαλώδης απαλλαγή από την καταβολή φόρων που εδώ και χρόνια απολαμβάνουν οι τράπεζες. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί σε περίπου 15 δισ. ευρώ (!) ή σύμφωνα με τα έγκυρα λόγια του Στουρνάρα: «πάνω από το ήμισυ των κεφαλαίων των τραπεζών αντιστοιχεί σε αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση έναντι του Ελληνικού Δημοσίου» (βλ. έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας το 2020)
- αύξηση των φορολογικών εσόδων και μέσω της αύξησης της οριζόντιας/έμμεσης φορολογίας (βλ. ΦΠΑ, ΕΦΚ) (+280 εκατ. ευρώ) που ως γνωστόν πλήττει δυσανάλογα την εργατική τάξη.
Όσον αφορά το «σκέλος των κρατικών δαπανών», δηλαδή του εργατικού έμμεσου μισθού, ο ίδιος προϋπολογισμός προβλέπει:
- σταθεροποίηση κονδυλίων μισθοδοσίας των δημόσιων υπαλλήλων (ούτε λόγος για κάλυψη των κενών που προέκυψαν τα τελευταία χρόνια λόγω μαζικών συνταξιοδοτήσεων με νέες προσλήψεις!)
- μείωση των προβλεπόμενων υγειονομικών δαπανών (από 1,143 δισ. ευρώ σε μόλις 416 εκατ. ευρώ) και αύξηση των ελλειμμάτων των νοσοκομείων και των μονάδων πρωτοβάθμιας υγείας (προϋπολογιζόμενο έλλειμμα 220 εκατ. ευρώ, στρώνοντας το δρόμο για τις νέες «εξορθολογικοποιήσεις στα λειτουργικά έξοδα» δηλαδή συγχωνεύσεις και ΣΔΙΤ)
- μείωση των προβλεπόμενων παροχών για κύριες συντάξεις και επιδόματα ανεργίας (-153 εκατ. ευρώ και -200 εκατ. ευρώ αντίστοιχα)
- μείωση λοιπών κοινωνικών παροχών (κοινωνικός τουρισμός κλπ.)
Όσον αφορά τον άμεσο μισθό και τις εργασιακές σχέσεις αποκαλυπτική είναι η δήλωση του Γεωργιάδη για τις απολύσεις που λαμβάνουν χώρα στον ιδιωτικό τομέα εν μέσω εκκωφαντικής σιωπής μιας και οι «σύντροφοι» αφιερώνουν τη δραστηριότητά τους νουθετώντας τη εργατική τάξη να εμβολιαστεί.
«Αν είσαι ανεμβολίαστος και έρθεις σε επαφή με κρούσμα είσαι υποχρεωμένος να μπεις σε 14 ημέρες καραντίνα και πρέπει να σε πληρώνει η επιχείρηση. Άρα μία επιχείρηση βασίμως μπορεί να υποστηρίξει ότι παθαίνει ζημία από το γεγονός ότι εσύ δεν έχεις εμβολιαστεί γιατί αναγκάζεται και να χάσει τον υπάλληλο της για 14 ημέρες και να τον πληρώνει κι από πάνω. Άρα λοιπόν ναι, είναι πρόβλημα για μία επιχείρηση να έχει ανεμβολίαστους εργαζόμενους. Και αυτό πρέπει κάθε εργαζόμενος να το λάβει σοβαρά υπόψη του», ήταν τα λόγια του υπουργού Ανάπτυξης.
Ο Γεωργιάδης αποκαλύπτει παραπάνω ρητά μία βασική και άμεσα υλική λειτουργία που επιτελεί το πρόγραμμα του μαζικού/καθολικού εμβολιασμού για το κεφάλαιο. Δυστυχώς, λίγη αναφορά έχει γίνει -ακόμα και από όσους είναι κριτικοί απέναντι στον καθολικό εμβολιασμό- στη αξία που έχει για την κεφαλαιοκρατική συσσώρευση η απλή νομική πράξη της αναγνώρισης ενός εργαζόμενου ως «εμβολιασμένου» .
Συγκεκριμένα, εδώ έχουμε να κάνουμε με το πιο κεντρικό από τα στάδια (ή στιγμές) του λεγόμενου κυκλώματος κεφαλαίου: την παραγωγή.
Εκεί που έως πρόσφατα ένας εργαζόμενος θα μπορούσε να αξιοποιήσει προς όφελός του τη δυνατότητα απουσίας του από τον χώρο εργασίας του με πλήρεις αποδοχές δηλώνοντας «στενή επαφή», πλέον, αν έχει πιστοποιηθεί ως εμβολιασμένος, χάνει αυτή τη δύναμη καθώς, ακόμα και αν περνάει μεγάλο χρονικό διάστημα στον ίδιο χώρο με έναν νοσούντα, δεν μπαίνει σε καμία περίπτωση καραντίνα. Στην ίδια περίπτωση αυτός που είναι ανεμβολίαστος απολύεται με τις ευλογίες του κράτους δια στόματος Γεωργιάδη. Όσον αφορά τους υγειονομικούς η καραντίνα των 7 ημερών (και όχι 10 ή 14), η οποία ίσχυε προ επιβολής υποχρεωτικότητας εμβολιασμού στον κλάδο τους, πλέον πολύ απλά δεν υπάρχει, αφού όποιος μπορεί πια να εργάζεται στο ΕΣΥ είναι εμβολιασμένος και συνεπώς δεν προβλέπεται γι’ αυτόν καραντίνα σε περίπτωση στενής επαφής. Τόσο η μειωμένη καραντίνα προ υποχρεωτικότητας όσο και το ότι δεν προβλέπεται πια καμιά δυνατότητα καραντίνας εξυπηρετούν, όπως εύλογα μπορεί καμιά μα αντιληφθεί, το ξεχείλωμα του εργάσιμου χρόνου και την υπερεκμετάλλευση των υπαρχόντων εργαζομένων και την πάση θυσία αποφυγή προσλήψεων.
Ξαναγυρίζοντας στον Γεωργιάδη, δίνει ουσιαστικά το σήμα για την ενίσχυση του διευθυντικού δικαιώματος καλώντας σε περαιτέρω απελευθέρωση των απολύσεων – που είναι και το μόνο σημείο που ταρακούνησε κάπως τη φιλοεμβολιαστική αριστερά.
Άλλη υλική διάσταση της κρατικής αξιοποίησης του προγράμματος εμβολιασμού ˗όπως έχει γραφτεί στην μπροσούρα Κριτική του Διαχωρισμού˗ αποτελεί η δυνατότητα να ενισχυθεί το μοντέλο just-in-time δημόσιας υγείας, επιτρέποντας ουσιαστικά την απόσυρση του Κράτους από την αρμοδιότητα της επένδυσης σε νέες υποδομές υγείας και πρόσληψης μόνιμου νέου προσωπικού. Η αναδιάρθρωση και κατακρεούργηση του συστήματος υγείας μπορεί να συνεχιστεί ανεμπόδιστα. Το νέο μέτρο, μάλιστα, του κεφαλικού φόρου που πλασαρίστηκε ως «αντίτιμο» υγείας και «κίνητρο προφύλαξης» στους 520.000 ανεμβολίαστους 60άρηδες στο πλαίσιο της «εκστρατείας πειθούς», όπως αντιλαμβάνεται την πειθώ η εξουσία του κεφαλαίου και του κράτους, μας οδηγεί στη σκέψη ότι αυτό που μεθοδεύεται είναι να ανοίξει το ζήτημα του ποιες/ποιοι και υπό ποιους όρους θα περιλαμβάνονται στην αγκάλη αυτής της just-in-time «δημόσιας υγείας».
Η ιδεολογική λειτουργία του εμβολιαστικού προγράμματος, βέβαια, είναι ίσως και η μεγαλύτερη επιτυχία του, καθώς έχει έως τώρα επιτευχθεί η παράλυση σχεδόν κάθε διεκδικητικής κίνησης από την εργατική τάξη για αύξηση των κοινωνικών δαπανών. Η πειθαρχική του διάσταση που αφορά ένα σωρό νέες νόρμες (παραγωγικού) ελέγχου είναι το κερασάκι στην τούρτα.
Και όλα αυτά ενώ συνεχίζεται κανονικά και με τον νόμο, σαν να μην τρέχει τίποτα:
α) η αποπληρωμή των τόκων στους διεθνείς πιστωτές με ποσά που αντιστοιχούν σε πολύ υψηλά ποσοστά του ΑΕΠ (3,1-3,8%) καθόλη την περίοδο 2017-2022.
β) η στόχευση σε υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα (2% του ΑΕΠ το 2023, 2,8% το 2024 και 3,7% το 2025) σύμφωνα με τους υψηλούς στόχους που ήδη προέβλεπαν τα Μνημόνια.