« Μια μίνι ανταπόκριση για το ΕΣΥ της επαρχίας όπως το βλέπω ένα μήνα τώρα.
Από τη μέχρι τώρα εικόνα μου σε τριτοβάθμιο νοσοκομείο νομού επαρχίας καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η περιφέρεια είναι το δοκιμαστικό έδαφος συνολικών και πανελλαδικών αναδιαρθρώσεων του ΕΣΥ. Διάφορα πράγματα που ακόμη στην Αθήνα δεν έχουν προχωρήσει αρκετά, στην επαρχία συμβαίνουν εδώ και καιρό.
Κάποια δεδομένα: Στο νοσοκομείο εδώ και 3 χρόνια δεν γίνονται πρωινά προγραμματισμένα παθολογικά ιατρεία (και επομένως ούτε απογευματινά επί πληρωμή). Λειτουργούν μόνο τα παθολογικά επείγοντα στα οποία προσέρχονται άνθρωποι με κάθε βαρύτητας προβλήματα. Κάποιοι από αυτούς εν τέλει μπορεί να νοσηλευτούν στην παθολογική κλινική.
Ένα πολύ συχνό φαινόμενο (και στα παθολογικά και στα χειρουργικά επείγοντα) είναι άνθρωποι που δεν έχουν κάτι πάρα πολύ επείγον, κουρασμένοι και απηυδισμένοι από την πολύωρη αναμονή να σηκώνονται να φεύγουν και να τα σκάνε σε ιδιώτες για να λύσουν το πρόβλημά τους ή και να γυρνάνε σπίτια τους χωρίς λύσης και να ξαναέρχονται στο νοσοκομείο μετά από ώρες ή μέρες σε πιο σοβαρή πλέον κατάσταση.
Επείγοντα και νοσηλεία, λοιπόν, μόνο όσον αφορά τον παθολογικό τομέα, δηλαδή καμία κάλυψη της ανάγκης για παρακολούθηση χρόνιων νοσημάτων, προληπτικό έλεγχο και εξέταση κάποιου μη επείγοντος προβλήματος με άνεση χρόνου κλπ. σε πρωινό ιατρείο.
Οι εφημερίες στα επείγοντα παθολογικής αλλά κυρίως χειρουργικής καλύπτονται από αγροτικούς γιατρούς που αποσπώνται από τις θέσεις τους στην πρωτοβάθμια για να καλύψουν τα κενά στο νοσοκομείο. Η χρόνια αυτή πρακτική θεσμοθετήθηκε με τον νόμο 4999/2022 και η εφαρμογή της συγκεκριμενοποιείται με την προ ημερών υπουργική απόφαση Γ4γ,δ/Γ.Π.οικ.11650/2023 – ΦΕΚ 1195/Β/6-3-2023, που προβλέπει 6μηνη για αρχή εθελοντική μετακίνηση αγροτικών γιατρών σε νοσοκομείο όπου θα εργάζονται και θα συμμετέχουν στις εφημερίες όπως ακριβώς οι ειδικευόμενοι. Με τις επερχόμενες συγχωνεύσεις κλινικών/νοσοκομείων θα επεκταθεί ακόμη πιο πολύ η ευκαιριακή/μερική απασχόληση και με ιδιώτες (που θα δουλεύουν με μπλοκάκι), αντί μόνιμων προσλήψεων.
Όσον αφορά τους επιμελητές (δηλαδή τους ειδικούς και όχι ειδικευόμενους) πολύ συχνά στα επείγοντα δεν υπάρχει κανένας, με αποτέλεσμα εφημερίες του νοσοκομείου να βγαίνουν από ειδικευόμενους και αγροτικούς με τη βοήθεια στα πολύ σοβαρά των ειδικών που εφημερεύουν για τους νοσηλευόμενους ασθενείς. Συχνά οι εφημερίες επιμελητών καλύπτονται από ιδιώτες με 24ωρη σύμβαση έργου.
Από τις 28 νοσηλεύτριες των επειγόντων μόνο οι 4 είναι μόνιμες! Οι υπόλοιπες (είναι και 2 άντρες μεταξύ των γυναικών) είναι με 2ετείς στην πλειονότητα συμβάσεις.
Όποιον ντόπιο κι αν έχω ρωτήσει λέει ότι οι ανάγκες τους δεν καλύπτονται από το νοσοκομείο. Υπάρχουν και ένα κέντρο υγείας αστικού τύπου και ένα ΤΟΜΥ στην πόλη, αλλά κατά γενική ομολογία υπολειτουργούν (όπως και παντού αλλού).
Όσον αφορά τους αγροτικούς πρόκειται για ένα υποκείμενο φοβερά μίζερο. Περαστικοί όπως είναι από το μέρος που κάνουν αγροτικό αδιαφορούν για τις εργασιακές σχέσεις και συνθήκες και δε δείχνουν (σε γενικές γραμμές) καμία κριτική-αγωνιστική διάθεση. Διάφοροι παραπονιούνται για το γεγονός ότι τους μετακινούν για να καλύπτουν εφημερίες στο νοσοκομείο. Μεταξύ αυτών και 2 αγροτικοί που θα είμαστε μαζί στο Κ.Υ. Ρωτώντας πως τους φαίνεται αυτή η φάση της μετακίνησης και τι θα ήταν διατεθειμένοι να κάνουν ενάντιά της κλπ. μου είπαν και οι 2 πράγματα ίδιας φύσης. Ο ένας ότι δε θα είχε πρόβλημα αν η μετακίνηση ήταν σε ΜΕΘ, μιας και αυτό θα τον βοήθαγε στην ειδικότητα (καριέρα) του και ο άλλος ότι δε θέλει να μετακινηθεί για να έχει χρόνο να παρακολουθεί εθελοντικά σε άλλα νοσοκομεία του νησιού εξειδικευμένα χειρουργεία που τον ενδιαφέρουν λόγω ειδικότητας.»
***
Όσα περιλαμβάνονται στην παραπάνω ανταπόκριση γιατρού από την επαρχία αποτελούν εμπειρική επισφράγιση πολλών από αυτά που έχουμε καταγράψει σε προκηρύξεις ή μπροσούρες μας τα τελευταία 3 χρόνια που συμμετέχουμε στους πρόσφατους αγώνες γύρω από το κοινωνικοποιημένο κομμάτι του μισθού μας, αυτό που αφορά στην ιατροφαρμακευτική μας περίθαλψη.
Από μια άλλη σκοπιά, σε επίπεδο μελετών δηλαδή, είναι μια νεοεκδοθείσα μελέτη του ΚΕΠΥ (Κέντρο Έρευνας και Εκπαίδευσης στη Δημόσια Υγεία, την πολιτική Υγείας & την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας) που επιβεβαιώνει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο ότι ο λόγος που μας κλείδωσαν μέσα τα προηγούμενα χρόνια, ο σκοπός για τον οποίο μας επέβαλαν αυτό το αμφιβόλου προέλευσης και –αναμφίβολα πια– αναποτελεσματικό φθηνό φιξάκι με κόστος χιλιάδες απολυμένους όχι μόνο από το ΕΣΥ, αλλά και από τον ιδιωτικό τομέα, δεν ήταν ασφαλώς –όπως άλλωστε υποστηρίζουμε με συνέπεια εδώ και 3 χρόνια– η διασφάλιση της υγείας μας, αλλά η συρρίκνωση του ΕΣΥ σε όλες τις βαθμίδες περίθαλψης. Πράγματι, οι εξελίξεις γύρω από την αναδιάρθρωση του συστήματος δημόσιας περίθαλψης αποδεικνύουν ότι οι κρατικές ντιρεκτίβες, οι οποίες μέσα από τις «ιερές» διακηρύξεις των διαβόητων ειδικών και με την υποστήριξη των αριστερών και αντεξουσιαστών φετιχιστών της επιστήμης και της προόδου, τρομοκρατούσαν την κοινωνία, ώστε να μην επισκεπτόμαστε μονάδες υγείας καμιά σχέση δεν είχαν με μέτρα κατά της διάδοσης του κορονοϊού. Ίσα-ίσα, κρατώντας τον κόσμο μακριά από τα νοσοκομεία, μπορούν σήμερα να τις «αξιολογούν» και να εφευρίσκουν «πλεονάζουσες υποδομές» και «αργόσχολο προσωπικό», προετοιμάζοντας το έδαφος για το επόμενο στάδιο της μερικής ιδιωτικοποίησης του ΕΣΥ: την υιοθέτηση κλειστών προϋπολογισμών στις δαπάνες λειτουργίας και άρα τις συγχωνεύσεις κλινικών και τις συνέργειες με τον ιδιωτικό τομέα.
Στη νέα αυτή μελέτη με την ονομασία «Η εξέλιξη του Υγειονομικού Προσωπικού στα νοσοκομεία του ΕΣΥ πριν και κατά τη διάρκεια της πανδημίας» καταγράφεται η τραγική αποδιάρθρωση του δημόσιου συστήματος υγείας των τελευταίων ετών. Ενώ η κυβέρνηση διαφήμιζε την ενίσχυση των νοσοκομείων με 20.000 προσλήψεις, η αλήθεια είναι ότι έγιναν μόλις 7.000 κι αυτές σχεδόν αποκλειστικά επικουρικού προσωπικού και ειδικευόμενων. Ταυτόχρονα, πάνω από 3.100 γιατροί που εκπαιδεύτηκαν στην Ελλάδα έφυγαν τη δεκαετία 2009-2019 αναζητώντας καλύτερη καριέρα στο εξωτερικό
Η έκθεση δείχνει ότι το συνολικό προσωπικό όχι μόνο είναι μικρότερο σε σχέση με το 2009, αλλά και ότι οι λίγες νέες προσλήψεις που γίνονται κατά κύριο λόγο αφορούν επισφαλείς σχέσεις εργασίας (επικουρικό προσωπικό και όχι μόνιμο), ό,τι δηλαδή συμβαίνει μαζικά και στον ιδιωτικό τομέα μετά την εφαρμογή των μνημονίων.
Κάποια χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
«Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία του ΥΠΥΓ σχετικά με τη διαχρονική εξέλιξη των σχέσεων εργασίας των εργαζομένων στα νοσοκομεία του ΕΣΥ κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19. Πιο συγκεκριμένα το 2022, το 77,7% των εργαζόμενων στα νοσοκομεία του ΕΣΥ ήταν μόνιμο προσωπικό, το 9,5% ορισμένου χρόνου (πχ. ειδικευόμενοι ιατροί, αγροτικοί ιατροί) και το 12,8% επικουρικό προσωπικό (ιατρικό και νοσηλευτικό) με μονοετείς ή διετείς συμβάσεις εργασίας (διάγραμμα 7).
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, κατά τη χρονική δηλαδή περίοδο 2019-22, η αύξηση του προσωπικού των νοσοκομείων του ΕΣΥ προήλθε σχεδόν εξ’ ολοκλήρου από την αύξηση του επικουρικού προσωπικού και του προσωπικού ορισμένου χρόνου. Αντιθέτως, κατά τη χρονική περίοδο 2019-22 το μόνιμο προσωπικό των νοσοκομείων του ΕΣΥ παρέμεινε στάσιμο (0,5% αύξηση, 321 νέες θέσεις μόνιμης εργασίας κατά τη διάρκεια της πανδημίας). Η στασιμότητα των μόνιμων θέσεων εργασίας στα νοσοκομεία του ΕΣΥ και η αντικατάσταση τους με επικουρικό προσωπικό ξεκίνησε ήδη από το 2017 (διάγραμμα 7), την περίοδο δηλαδή της οικονομικής κρίσης, και έγινε κυρίαρχη πρακτική κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Συνιστά δε ανησυχητική εξέλιξη με ανυπολόγιστες επιπτώσεις στην ποιότητα και συνέχεια των παρεχόμενων υπηρεσιών από τα νοσοκομεία του ΕΣΥ.
Ενδεικτικά τα νοσοκομεία του ΕΣΥ τη χρονική περίοδο 2009-15 απώλεσαν το 20% του ανθρώπινου δυναμικού τους (απώλεια σχεδόν 19.000 θέσεων εργασίας, το 50% των οποίων αφορούσε σε θέσεις κλινικού προσωπικού), με την όποια μερική ανάταξη την περίοδο 2015-19 (αποκατάσταση 5.500 περίπου θέσεων εργασίας) να επιχειρείται κύρια μέσω της πρόσληψης επικουρικού προσωπικού. Ενδεικτικό επίσης της πλημμελούς στελέχωσης των νοσοκομείων του ΕΣΥ κατά τη διάρκεια της πανδημίας, είναι το γεγονός ότι βάσει των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ το 2009 εργάζονταν στα νοσοκομεία του ΕΣΥ 92.946 εργαζόμενοι, ενώ τον Δεκέμβριο του 2022 σύμφωνα με τα στοιχεία του ΥΠΥΓ εργάζονταν 84.320 εργαζόμενοι. Με άλλα λόγια το Δεκέμβριο του 2022 οι εργαζόμενοι στα δημόσια νοσοκομεία της χώρας ήταν κατά 8.626 λιγότεροι σε σχέση με τα προ οικονομικής κρίσης επίπεδα.»
Πολύ έγκαιρα η συνέλευσή μας ανακίνησε το ζήτημα των εξελίξεων της επίθεσης σε βιομηχανία υγείας-εκπαίδευση φέρνοντας σε διάλογο, στα πλαίσια σχετικών εκδηλώσεων, αγωνιζόμενους πρώην ανεσταλμένους υγειονομικούς με εκπαιδευτικούς που αντιστέκονται στην αξιολόγηση, είτε την ατομική είτε την αυτοαξιολόγηση σχολικής μονάδας.Το ότι κάνουν πλέον λόγο για το ζήτημα αυτό πρώην ανεσταλμένοι υγειονομικοί και στη συνέχεια μόλις μερικές μέρες πριν κηρύχθηκε από την ποεδην και την οενγε απεργία-αποχή από την αξιολόγηση, είναι αρκετά ελπιδοφόρο.
Ο αγώνας ενάντια στην αξιολόγηση κρατάει πάρα πολλά χρόνια. Σήμερα όμως –ειδικά μετά από την μακρόχρονη περίοδο παύσης των προλεταριακών αγώνων που βιώσαμε την τελευταία τριετία– χρειάζεται να εντείνουμε τις αρνήσεις μας, να στείλουμε στα αζήτητα το προσοντολόγιο των διαχωρισμών και των κατηγοριοποιήσεων και να βάλουμε στη θέση τους την απειθαρχία, την ταξική αλληλεγγύη και την μαχητικότητα!
Η φωτό προέρχεται από την εκδήλωση που συνδιοργάνωσε η σεβκ με την προ.κ.α στην Πάτρα με τη συμμετοχή συναγωνιστή από τον σύλλογο εργαζομένων στο νοσοκομείο της Ικαρίας, πρώην ανεσταλμένο υγειονομικό.