ΜΠΡΟΣΟΥΡΑ // Η κρατική διαχείριση της πανδημίας είναι η αναβαθμισμένη συνέχιση της δεκάχρονης πολιτικής των «μνημονίων» με άλλο όνομα

Η μπροσούρα εδώ σε pdf

Από τις νέες περιφράξεις του επιχειρηματικού πανεπιστημίου στις περικοπές του άμεσου μισθού∙ τις απλήρωτες υπερωρίες∙ την παρεμπόδιση της απεργίας∙ την απαγόρευση της δημόσιας συνάθροισης και την αστυνομοκρατία. Με φόντο ένα καινούργιο «μνημόνιο».

«Αντιμετωπίζουμε πολλές προκλήσεις ταυτόχρονα, θέλω όμως να εκφράσω την απόλυτη ικανοποίησή μου από τον τρόπο λειτουργίας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Είναι πολύ σημαντικό σε καμία περίπτωση να μην ανασταλεί το μεταρρυθμιστικό έργο της Κυβέρνησης λόγω Covid».

Κ. Μητσοτάκης, 3 Νοεμβρίου 2020 στο τουίτερ.

Η Ευρώπη λέει ένα πολύ απλό πράγμα: “ξοδέψτε με βάση τις δυνατότητές σας, όχι όσα έχετε”. Αυτή τη στιγμή ό,τι ξοδεύουμε είναι μελλοντικοί φόροι.

Ερώτηση: Με άλλα λόγια εκτιμάται ότι εάν ξεφύγουμε τώρα δεν αποκλείεται –σε βάθος χρόνου βεβαίως– κι ένα νέο Μνημόνιο, δηλαδή δημοσιονομικές προσαρμογές νέες;

Και δεν θα είναι σε μεγάλο βάθος χρόνου διότι οι αγορές αντιδρούν έντονα όταν βλέπουν οτι δεν υπάρχει υπεύθυνη δημοσιονομική διαχείριση.

Θ. Σκυλακάκης, αν. υπουργός οικονομικών, 21 Σεπτεμβρίου 2020 στον άλφα 98.9.

Το νέο λοκντάουν αποτελεί πτυχή μιας ήδη αρκετά μίζερης και ασφυκτικής πραγματικότητας. Η πολυδιαφημισμένη πορεία επιστροφής στην «κανονικότητα»  –την καπιταλιστική κανονικότητα– ξαναδιακόπηκε στο όνομα της προστασίας του πιο πολύτιμου εμπορεύματος για το κεφάλαιο, της αξιοπαραγωγού εργασιακής μας δύναμης, υπό το βάρος της καθημερινής αύξησης των νοσηλευόμενων λόγω covid-19 και μέσα σε συνθήκες μεθοδικής, εδώ και χρόνια, διάλυσης των δημόσιων υποδομών υγείας.

Η κυβέρνηση αφού κατάφερε να εδραιώσει εν μέρει την πρακτική και την ιδεολογία της «ατομικής ευθύνης» και του «υπεύθυνου μενουμεσπιτισμού» την περασμένη άνοιξη –ιδεολογία που είχε σπεύσει να ενστερνιστεί ακόμα και μεγάλο κομμάτι της αριστεράς και του α/α χώρου– επανέρχεται σε αυτήν την τακτικής φύσης κίνηση με στόχο να εκτρέψει τη συζήτηση που είχε ήδη ξεκινήσει γύρω από τον κεντρικό σκοπό της κρατικής διαχείρισης της πανδημίας: τη μετακύλιση του μεγαλύτερου δυνατού κόστους της αντιμετώπισής της στις πλάτες μας.

Με μια σημαντική διαφορά όμως. Η τωρινή χρήση της βιοπολιτικής του εγκλεισμού συνοδεύεται από μια έξαρση των πειθαρχικών μέτρων (βλ. διπλασιασμό των προστίμων και απαγόρευση της κυκλοφορίας μετά τις 9) και της κατασταλτικής βίας (βλ. ταυτόχρονες εκκενώσεις στο ΕΜΠ και την Πρυτανεία του Πολυτεχνείου και άγριες επιθέσεις στους διαδηλώτες της 17ης Νοέμβρη από χιλιάδες μπάτσους, δελτάδες και ΕΚΑΜ), λόγω του ότι δυσκολεύεται πλέον να παρουσιάζει την κρατική επιλογή του λοκντάουν ως μια δήθεν αμερόληπτη αντιμετώπιση ενός ζητήματος «δημόσιας υγείας» που αποφασίζεται μέσα σε ένα πολιτικό κενό και ανεξάρτητα από τις, εν πολλοίς σπασμωδικές αλλά υπαρκτές, αντιδράσεις ενάντια στην υγιεινιστική αναβάθμιση της κοινωνικής πειθάρχησης.

Δεν μπορεί να αποκρύψει πως ακόμα και οι περιορισμένες σε ένταση και έκταση προλεταριακές διεκδικήσεις και αντιστάσεις που εκφράστηκαν τους προηγούμενους μήνες δεν μπορούν να γίνουν ανεκτές από το σύστημα, κι αυτό γιατί έρχονται σε αντιπαράθεση με τη δεκάχρονη καπιταλιστική στρατηγική που ακολουθεί το σύνολο του πολιτικού προσωπικού του κεφαλαίου (σήμερα η δεξιά φράξια του, χτες κάποια άλλη).

Δεν μπορεί να βάλει κάτω από το χαλί της «προστασίας της δημόσιας υγείας» τη χρησιμοποίηση του λοκντάουν ως προληπτικού μέτρου αποφυγής μιας έκρηξης της κοινωνικής δυσφορίας και γενίκευσης ανταγωνιστικών αιτημάτων και πρακτικών που προσανατολίζονται στην ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών. Συνιστούμε λοιπόν να κρατηθούν αποστάσεις, έστω και για μία φορά, από ερμηνείες που μυστικοποιούν αυτό που τα πολιτικά αφεντικά φαίνεται να γνωρίζουν πολύ καλά: τον υπαρκτό ταξικό ανταγωνισμό που προσανατολίζει τις επιλογές τους, όπως και τις δικές μας όταν δεν εγκλωβιζόμαστε στα ψευτοδιλήμματα που μας βάζουν οι επαγγελματίες ειδικοί της παραπλάνησης.

Εξαιτίας λοιπόν αυτού του ανομολόγητου μυστικού, που βρίσκεται στην καρδιά ενός όχι μόνο άκαρδου αλλά και αρρωστημένου κόσμου, το πολιτικό προσωπικό του κεφαλαίου επέλεξε, με χαρακτηριστική απροθυμία και καθυστέρηση, όπως δείχνει η μέχρι πρόσφατα διακηρυγμένη άρνησή του παρά τον αυξημένο ήδη από τον Σεπτέμβρη αριθμό νοσηλευόμενων από covid-19 σε σχέση με αυτόν του ανοιξιάτικου λοκντάουν, την προσωρινή παύση ενός τμήματος της καπιταλιστικής οικονομίας. Αντιθέτως, επέδειξε χαρακτηριστική προθυμία να εφαρμόσει μετά το τέλος της τουριστικής σεζόν το μέτρο του πειθαρχικού περιορισμού της κυκλοφορίας του προλεταριάτου στον δημόσιο χώρο – ειδικά για το κομμάτι του που δεν πρόκειται άμεσα να λειτουργήσει ως εργασιακή δύναμη.

Τα δυστοπικά αποτελέσματα παλιού και νέου lockdown αρχίζουν και γίνονται εμφανή, μεταξύ άλλων, στην ενορχηστρωμένη προσπάθεια χειροτέρευσης των όρων εκμίσθωσης της εργατικής τάξης από το κεφάλαιο (βλ. νέο εργασιακό νομοσχέδιο), στην εμβάθυνση της επιχειρηματικοποίησης στο πανεπιστήμιο (βλ. νέες περιφράξεις και πανεπιστημιακή αστυνόμευση), στην επερχόμενη παράδοση ενός μέρους της εργατικής κατοικίας στους ραντιέρηδες του τραπεζικού κεφαλαίου (βλ. νέο πτωχευτικό κώδικα). Και φυσικά δεν σταμάτησε ούτε στιγμή από τον Μάιο και μετά να χτυπάει κάθε προσπάθεια ανασυγκρότησης της ήδη κατακερματισμένης και αναιμικής προλεταριακής δημόσιας σφαίρας.

Παράλληλα, όμως, νομίζουμε ότι έχει αρχίσει να γίνεται επίσης εμφανές πως η συγκεκριμένη επιλογή του δεύτερου λοκντάουν αποτελεί προιόν της αποτυχίας του κράτους να παρουσιάσει την πολιτική διαχείρισης μιας κοινωνικής κρίσης ως απλά και μόνο υγειονομική· της σχετικής διάρρηξης της συμμόρφωσης στα προηγούμενα μέτρα πειθάρχησης που επέβαλε η βιοπολιτική της υγιεινιστικής αστυνόμευσης· και της ανάγκης για μια αυταρχική απάντηση:

α) στις διεκδικήσεις τμημάτων της εργατικής τάξης που εκφράστηκαν κυρίως με αιτήματα για αύξηση των κρατικών αναπαραγωγικών δαπανών σε υγεία, εκπαίδευση, μέσα μεταφοράς ‒ αύξηση που θα οδηγούσε σε βελτίωση του επιπέδου της συλλογικής κατανάλωσης της εργατικής τάξης και που εκ των πραγμάτων θα αναιρούσε στην ουσία της την άκαμπτη πολιτική της απαξίωσης που ακολουθείται συνολικά από το κεφάλαιο τα τελευταία χρόνια∙

β) στις μαχητικές διεκδικήσεις του νεανικού προλεταριάτου στα σχολεία (καταλήψεις) που επίσης είχαν ως αίτημα την αύξηση των κρατικών αναπαραγωγικών δαπανών, ενώ ταυτόχρονα μπλόκαραν προσωρινά την πειθαρχική διάσταση της λειτουργίας της εκπαίδευσης,  χωρίς να ξεχνάμε και τον απείθαρχο «συνωστισμό» του στον δημόσιο χώρο (πλατείες) που απέδειξε πως η ανάγκη για κοινωνική συνεύρεση είναι πιο επιτακτική από κάθε είδους αποστασιοποίηση ‒ εκτός από αυτήν που πρέπει να κρατάμε από τους υποστηρικτές του ενουμεσπιτισμού∙

γ) στη γενικευμένη δυσπιστία που προκάλεσαν και προκαλούν οι αντιφατικές επικλήσεις στην «ατομική ευθύνη» και την «τήρηση των αποστάσεων», την ίδια ώρα που η πεισματική άρνηση των αφεντικών να βάλουν το χέρι πιο βαθιά στην τσέπη ώστε να μην δώσουν μόνο τα ψίχουλα των επιδομάτων για τις αναστολές συμβάσεων, αλλά να τα σκάσουν χοντρά, μεταξύ άλλων σε νέα μέσα μεταφοράς, νοσοκομεία, σχολεία,  γίνεται έκδηλη.

Συγχρόνως, το πολιτικό προσωπικό του κεφαλαίου βρίσκεται διαρκώς αντιμέτωπο ακόμα και με τα μικρομεσαία αφεντικά, κυρίως αυτά που δραστηριοποιούνται στη βιομηχανία της εστίασης αλλά και αυτά του λιανικού εμπορίου ‒όπου κυριαρχούν ειδυλλιακές συνθήκες εκμετάλλευσης όπως πολλοί/ες από εμάς γνωρίζουν καλά‒ τα οποία βρέθηκαν σε μειονεκτική θέση μέσα στη γενικότερη διαδικασία απαξίωσης του κεφαλαίου, η οποία τελικά είτε τους πέταξε εντελώς έξω με την πρόσκαιρη αναστολή της λειτουργίας των επιχειρήσεών τους είτε οδήγησε στη μείωση του τζίρου τους.

Το κλείσιμο των χώρων της αλλοτριωμένης διασκέδασης και κατανάλωσης δεν θα γινόταν ανεκτό για καιρό από τους μαγαζάτορες εάν δεν συνδυαζόταν με μια απαγόρευση κυκλοφορίας στον δημόσιο χώρο που να υπενθυμίζει πως η ικανοποίηση των αναγκών του προλεταριάτου, συμπεριλαμβανόμενης και της αναψυχής του, επιτρέπεται μόνο όταν συμβάλλει άμεσα στην κερδοφορία τους.

Αντιμέτωπη με πολλά ανοιχτά μέτωπα λοιπόν, η κυβέρνηση προχωρά εν τούτοις με αμείωτο ζήλο σε μια σειρά νομοθετικών παρεμβάσεων, επιβεβαιώνοντας ότι ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται:

  • Περιορίζει την ελεύθερη κίνηση του απείθαρχου προλεταριάτου και εμποδίζει, ακόμη και με χουντοδιατάγματα της αστυνομικής διεύθυνσης, τις δημόσιες συναθροίσεις που πάνε κόντρα στον κ ρατικό πειθαρχικό μονόλογο – είτε αυτό αφορά πορείες, είτε εκδηλώσεις και μικροφωνικές·
  • Ετοιμάζει νέες περιφράξεις στα πανεπιστήμια, επιταχύνοντας την επιχειρηματικοποίηση (μέρους) των δραστηριοτήτων τους και εντατικοποιώντας την (άμισθη ή κακοπληρωμένη) εργασία των φοιτητ(ρι)ών∙
  • Ετοιμάζει νέα επίθεση, μέσω της αξιολόγησης, στο εκπαιδευτικό προσωπικό επιβάλλοντας καταρχήν μείωση μισθού εφόσον αρνηθούν να εφαρμόσουν την πειθαρχική τηλεκπαίδευση και τις τηλεαπουσίες∙
  • Ετοιμάζει νέα επίθεση στους όρους ενοικίασης της εργασιακής μας ικανότητας στρώνοντας τον δρόμο για ατομικές συμβάσεις εργασίας, με χαμηλότερους μισθούς, απλήρωτες υπερωρίες, (ακόμη πιο) ελαστικό ωράριο και ηλεκτρονικές ψηφοφορίες για να καθίστανται ακόμη πιο σπάνιες, από όσο είναι ήδη σήμερα, οι απεργίες∙
  • Ετοιμάζει νέα επίθεση στον έμμεσο μισθό, μειώνοντας τα έσοδα των ασφαλιστικών ταμείων και στρώνοντας τον δρόμο για την κεφαλαιοποιητική, ατομική ασφάλιση και σύνταξη – δηλαδή για συντάξεις της πλάκας βάσει των ατομικών εισφορών του κάθε απομονωμένου εργαζόμενου·
  • Ενώ, ήδη έχει θεσμοθετήσει το νέο «πτωχευτικό κώδικα», με τον οποίο θα συνεχιστεί η επίθεση στην εργατική κατοικία, δηλαδή στον εργατικό μισθό.

Ας δούμε πιο αναλυτικά κάποιες από τις αυτές «παρεμβάσεις».

το επερχόμενο εργασιακό νομοσχέδιο

που διαλύει τα ωράρια, ρίχνει τους μισθούς και εμποδίζει τις απεργίες

«Όταν μία επιχείρηση συμφωνεί με τους εργαζόμενους μέσω επιχειρησιακής σύμβασης για να πάει από πενθήμερο σε επταήμερο με τη σύμφωνη γνώμη των εργαζομένων (…) δεν κάνουμε τίποτε άλλο από το να αναγνωρίζουμε ότι είμαστε σε έναν κόσμο που αλλάζει και πρέπει οι εργαζόμενοι, οι επιχειρήσεις και το κράτος να προσαρμοστούν σε αυτή τη νέα πραγματικότητα»

Κ. Μητσοτάκης, 12 Μαΐου 2019

«Θα θέσουμε σύντομα σε δημόσια διαβούλευση την πρότασή μας για το εργασιακό νομοσχέδιο (…) Φαντάζομαι λίγοι θα είχαν αντίρρηση στο να μπορούν οι εργαζόμενοι να έχουν περισσότερη ευελιξία, εφόσον το επιθυμούν οι ίδιοι, χωρίς αυτό να σημαίνει κατάργηση το οκταώρου (…) λίγοι μπορεί να έχουν αντίρρηση για το γεγονός ότι ένας εργατικός νόμος του 1982 χρειάζεται επιτέλους κάποιο ουσιαστικό εξορθολογισμό»

Κ. Μητσοτάκης, 13 Σεπτεμβρίου 2020

Η εμβάθυνση της επίθεσης στον άμεσο και έμμεσο μισθό συνδέεται βέβαια με την επιχειρούμενη προσπάθεια περαιτέρω ελαστικοποίησης της αγοράς εργασίας, όχι μόνο με όχημα ΠΝΠ ή άλλες έκτακτες ρυθμίσεις υπό το πρόσχημα της αντιμετώπισης του κορονοϊού, αλλά και με ένα ολοκληρωμένο σχέδιο νόμου του υπουργείου (εκμετάλλευσης της) Εργασίας, το οποίο θα επιχειρήσει να επικυρώσει και τυπικά όλο το πλέγμα των νέων συσχετισμών που διαμορφώθηκαν στους χώρους εργασίας καθόλη την περίοδο 2010-2020, οι οποίοι ενθαρρύνουν την εργοδοτική ασυδοσία.

Δεν είναι τυχαία η από μεριάς μας σύνδεση του νέου νόμου με την εποχή των μνημονίων. Ούτε βέβαια τυχαία ήταν η πρόσφατη ωμή παραδοχή του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Θ. Σκυλακάκη ότι «οι σημερινές παροχές στη δίνη της πανδημίας θα είναι μελλοντικοί φόροι», προαναγγέλοντας ταυτόχρονα ένα νέο, σκληρό μνημόνιο.

(Η συνέχεια στην μπροσούρα)